Είναι η Ελλάδα βιώσιμη;
- Francesca Nigro

- May 18, 2023
- 5 min read
Ο εθνικός δανεισμός αποτελεί μία έννοια μάλλον παλιακή πλέον, αφού η ιστορία του ξεκινάει πριν τη δημιουργία ανεξάρτητου Ελληνικού κράτους, μετά την Τουρκοκρατία, για τις ανάγκες της Επανάστασης. Τότε, στα πρόθυρα ενός ακόμη εμφυλίου πολέμου -γενικά στην Ελλάδα έχουμε ένα ιστορικό να τρωγόμαστε μεταξύ μας αφού νικήσουμε τον εχθρό- αναγκαστήκαμε να καταφύγουμε σε ξένες δυνάμεις, και συγκεκριμένα στη Μεγάλη Βρετανία, ούτως ώστε να καλύψουμε τις κολοσσιαίες ελλείψεις και να διαχειριστούμε τη χρεοκοπία στην οποία μας υπέβαλλε ο πόλεμος. Ας μην αναλύσουμε, όμως, μία προς μία τις πτυχές του ελληνικού χρέους -φαντάζει στη σκέψη ένα θέμα καταθλιπτικό. Ας εξηγήσουμε, ωστόσο, τι σημαίνει για τη σύγχρονη Ελλάδα.
Το χρονικό του δημόσιου χρέους
Προσπερνάμε τον Καποδίστρια, τον Όθωνα, τον Τρικούπη, τον Ιωάννη Μεταξά, τις διαδοχικές πτωχεύσεις στις οποίες επήλθε η χώρα εκείνα τα χρόνια και τους Παγκοσμίους Πολέμους και φτάνουμε στη Μεταπολίτευση. Κατά τη διάρκεια κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, τα αυστηρά μέτρα και ο έλεγχος των δαπανών συνέβαλλαν στην σταδιακή εξόφληση του πολεμικού χρέους. Μετά τη χούντα, το 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής παρέλαβε ένα χρωστούμενο ποσό σχετικά διαχειρίσιμο. Κατόπιν, ο δανεισμός πέρασε στις τράπεζες και στις δημόσιες επιχειρήσεις -έτσι το χρέος της Ελλάδας ως χώρα παρουσιάζονταν μικρότερο. Το 1981 η κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ αντικατέστησε αυτή της Νέας Δημοκρατίας και ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου προώθησε τον λεγόμενο Σοσιαλιστικό Μετασχηματισμό: ξένα, δηλαδή, δανεικά που προσέφεραν στους Έλληνες ασύλληπτα ποσά. Εκείνη την περίοδο διανύουμε το ουσιαστικότερο πρόβλημα της οικονομίας, με το δημόσιο χρέος να διογκώνεται, ξεπερνώντας τις 31000 δις δραχμές, ενώ τα έσοδα έφταναν μόλις τις 8200 δις.
Προβήκαμε, λοιπόν, σε λύσεις ανάγκης και στραφήκαμε στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το οποίο ήταν πάντα διατεθειμένο να βοηθήσει οικονομικά, με τον όρο, όμως, πως εκείνο επιβάλλει την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης. Με λίγα λόγια, το σοσιαλιστικό πείραμα δεν αποβαίνει τόσο πετυχημένο. Όταν το εξωτερικό μας έκλισε την πόρτα, μας την άνοιξε η ΕΟΚ, δανείζοντάς μας 1,75 δις Ευρωπαϊκών Νομισματικών Μονάδων. Ο παράδεισος των χρημάτων αποδείχτηκε κόλαση και οι λίρες κάλπικες, φέρνοντας τότε για πρώτη φορά το ΔΝΤ στη χώρα μας, αφού ήταν προφανές πως το όριο είχε ξεπεραστεί και επιβάλλονταν κάποιος έλεγχος.
Προσπερνάμε ξανά τα ενδιάμεσα, το πρώτο σκάνδαλο υποκλοπών που αφορούσε και τότε τα ίδια κόμματα με σήμερα, με τον Ανδρέα Παπανδρέου να κατηγορεί τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη όπως ο Νίκος Ανδρουλάκης τον Κυριάκο. Αφήνουμε την κυβέρνηση Κώστα Σημίτη, με την αυστηρή υπακοή του στις υποδείξεις του ΔΝΤ, την επιδίωξη ένταξης στην ΟΝΕ και τα λοιπά σκάνδαλα που ακολούθησαν, όπως την απόκρυψη σημαντικού μέρους του χρέους και τα λογιστικά μαγειρέματα που εξασφάλιζαν δάνεια πουθενά δηλωμένα τα οποία αργότερα ζητήθηκαν πίσω από τους δανειστές λόγω φόβου αποκάλυψης μιας τέτοιας κομπίνας. Παίρνω την ευθύνη να αποφανθώ πως είναι περιττό να εισχωρούμε εις τόσο βάθος στο πόσο χρέος παρέλαβε και πόσο ύστερα μας παρέδωσε ο κάθε Πρωθυπουργός και Υπουργός. Το ποσό είναι μεγάλο, οι υποσχέσεις υπήρξαν πολλές και τα πεπραγμένα τους σίγουρα δε συμβάδιζαν με τις επιδιώξεις τους (αυτές που παρουσίαζαν). Φυσικά, με παράδειγμα την πολιτική του Κώστα Σημίτη, ύστερα όλοι άρχισαν να κρύβουν τα πραγματικά ελλείματα, τα οποία σαφώς αργότερα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αποκαλύπτονταν. Μέχρι την κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή το 2004 το χρέος είχε φτάσει τα 185 δις ευρώ και στο τέλος άγγιξε τα 298 δις.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να ειπωθεί πως αυτή ακριβώς η αφέλεια και τα αλλεπάλληλα λάθη που περιεγράφηκαν αποτελούν τον λόγο που η Ελλάδα αποτελούσε πάντοτε έναν πελάτη για την Ευρωπαϊκή Ένωση πάνω στον οποίο είδαν προοπτικές κερδοσκοπίας, αφού μάλιστα δεν μιλάμε για μια χώρα βιομηχανικά ανταγωνιστική.
Τι έφερε τα Μνημόνια
Τα Μνημόνια έκαναν την εμφάνισή τους ύστερα από μία εποχή που τα δάνεια μοιράζονταν με το κιλό, χαμηλώνοντας συντριπτικά τα επιτόκια και ενθαρρύνοντας και τις κατώτερες τάξεις να αδράξουν την ευκαιρία και να χτίσουν το σπίτι τους. Όλα αυτά χωρίς φυσικά κάποιος να τους εγγυάται πως τα δανεισμένα χρήματα θα επιστραφούν στις Τράπεζες, αφού δεν πληρούσαν όλοι τις απαραίτητες προϋποθέσεις που συνήθως μια τράπεζα εξετάζει διεξοδικά για να κάνει δεκτό ένα δάνειο. Όταν αργότερα οι τόκοι ξανά ανυψώθηκαν, σαφώς πλήθηναν και οι δανειζόμενοι που αδυνατούσαν να ξεπληρώσουν τις δόσεις τους. Αυτό το παράδοξο ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, με αιτία το αίσθημα ανασφάλειας που προκάλεσαν οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 και μόλυνε στη συνέχεια και τις Ευρωπαϊκές τράπεζες που είχαν επενδύσει σε αυτή την ιδέα. Η μία χώρα μετά την άλλη αναγκάστηκαν να κάνουν κατάχρηση δημόσιου και διεθνούς χρήματος ώστε να σώσουν τις τράπεζες, εις βάρος φυσικά του λαού, επιβαρύνοντάς το με επιπλέον χρέος. Η Ελλάδα, έχοντας ρίξει νερό στα κρασί της και δοκιμάζοντας την αυτοσυγκράτηση πλήγηκε λιγότερο από άλλες χώρες, η αλληλεξάρτηση, όμως, του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος δεν την άφησε έξω από το χορό.
Την παγκόσμια αυτή οικονομική καταστροφή διαδέχθηκε ο Γιώργος Παπανδρέου το 2009 και για δεύτερη φορά έπεσε στο τραπέζι η προσφυγή της χώρας στο ΔΝΤ. “Λεφτά υπάρχουν” είχε πει ο τότε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, και εν μέρη δεν είπε ψέματα. Ας γνώριζε την αληθινή οικονομική κατάσταση της χώρας, παρόλο που αρνήθηκε κάτι τέτοιο. Λεφτά υπήρξαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν, όμως τα λεφτά πάνε στα λεφτά και δε λειτουργούν συνολικά ως επίτιμα μέλη μιας ομάδας, ενός λαού, αλλά απολύτως συγκεκριμένα και σίγουρα καλά προστατευμένα από τους λίγους.
Με μοναδικές λύσεις να παρουσιάζονται η χρεωκοπία ή το ΔΝΤ, αφού η Ελλάδα αδυνατούσε να καλύψει χρηματικά το έλλειμά της, επανήλθε το ΔΝΤ και στις 3 Μαΐου 2010 υπογράφηκε το πρώτο Μνημόνιο, μια, δηλαδή, δανειακή σύμβαση μεταξύ Ευρωζώνης, Ελλάδας και ΔΝΤ που χρηματοδοτούσε τη χώρα με 110 δις. Με τη σύμβαση αυτή η Ελλάδα δέσμευσε τη Δημόσια Ακίνητη περιουσία της στους δανειστές, δε μπορούσε να ζητήσει δανειακή βοήθεια από άλλη δύναμη εκτός των δανειστών της και επιπλέον απαγορευόταν να συμψηφιστούν τα χρέη της με εκείνα των δανειστών προς την ίδια, όπως πχ οι Γερμανικές αποζημιώσεις του Β Παγκοσμίου Πολέμου. Αποτέλεσμα ήταν μειώσεις μισθών του δημοσίου, αύξηση του ΦΠΑ και του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης.
Το δεύτερο Μνημόνιο υπογράφηκε την 1η Μαΐου 2012 σε κυβέρνηση συνεργασίας Λουκά Παπαδήμου και αφορούσε την «Έγκριση των Σχεδίων Συμβάσεων Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.), της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος, του Σχεδίου του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος και άλλες επείγουσες διατάξεις για τη μείωση του δημοσίου χρέους και τη διάσωση της εθνικής οικονομίας». Ουσιαστικά επέβαλε επιπλέον μείωση του βασικού μισθού, κατάργηση 150 χιλιάδων θέσεων εργασίας και κλαδικών συμβάσεων, κρατικό έλεγχο στις τράπεζες, περικοπές συντάξεων και επιδομάτων, αύξηση αντικειμενικών αξιών, αύξηση των φόρων και κατάργηση των φοροαπαλλαγών.
Το τρίτο Μνημόνιο επιβλήθηκε μετά τις καταιγιστικές εξελίξεις επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ το 2015, που αποτελούσαν τα Capital Controls, το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου κατά το οποίο ο λαός απέρριψε τη νέα σύμβαση των δανειστών αλλά και την 17ωρη σύσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στις Βρυξέλες, η οποία εν τέλη κατέληξε σε συμφωνία. Αφορούσε δάνειο 86 δις ευρώ και την κατάργηση ψηφισμένων νόμων του ΣΥΡΙΖΑ, την κατάργηση του ΕΚΑΣ, την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και τις ιδιωτικοποιήσεις που οδήγησαν στο λεγόμενο υπερταμείο και την αύξηση των ήδη υψηλών φορολογικών συντελεστών.
Τον Αύγουστο του 2018 η Ελλάδα βγήκε από το τρίτο Μνημόνιο και ήταν σε θέση να δανείζεται ξανά, μετά από 8 χρόνια που συρρίκνωσαν την οικονομία της, όπως έγραφαν και τα διεθνή ΜΜΕ.
Τώρα, το 2023, και λόγω της υγειονομικής κρίσης μετά την πανδημία του κορονοϊού, το χρέος αρχικά κορυφώθηκε στο 206,3% του ΑΕΠ, κλιμακώθηκε το 2021 στο 194,5% και στο τέλος του 2023 αναμένεται να υποχωρήσει στο 161,9%.
Βασικό ερώτημα παραμένει το εξής αμετάκλητο, που κάνουν οι πολιτικοί αρχηγοί στους αντιπάλους τους αλλά δεν απαντάνε οι ίδιοι. Που θα βρουν αυτά τα χρήματα που κοστολογούνται από τα κυβερνητικά τους πλάνα για την περίοδο 2023-2027; Το δημόσιο χρέος είναι πράγματι σε θέση να μειωθεί κάτω από αυτές τις συνθήκες; Η χώρα είναι πλέον βιώσιμη όπως επιμένουν;






Comments